Στίχοι που απαγγέλθηκαν από τον Αντώνιο Δεκαβάλλα (δικηγόρο) στο πανηγύρι της Χρυσοπηγής, στο δείπνο που παρατέθηκε από τον πανηγυρά Νικόλαο Ι. Βερνίκο (πλοίαρχο).
Στην Παναγία Χρυσοπηγὴ ἐπὶ τῆς θαλασσοβράχου κατὰ τὴν Πανήγυριν αὐτῆς.
Τὸ θόλο σου τὸν κάτασπρο μακρόθεν π᾿ ἀντικρύζω στὰ γαλανά νερὰ
Ξαφνίζομαι καὶ στέκομαι παθαίνω καὶ δακρύζω μὲ παιδική χαρά·
Καὶ νιώθω μεσ᾿ τὰ στήθη μου μεσ' στὴν καρδιά μου νιώθω μὲ δύναμι τρανή,
Κάπια βαθιά συγκίνησι, κάπιο μεγάλο πόθο νὰ μὲ ζωογονῇ.
Στο βράχο σου τὸν "Ερημο πολλαῖς φοραῖς μὲ εἶδες καλή μου Παναγιά,
νὰ ξετινάζω της μικραῖς καὶ ταπειναῖς φροντίδες μ' ἐλεύθερη καρδιά
Να τρέχω πρὸς τὰ κράσπεδα τὰ θαλασσοδαρμένα ἐν μέσῳ τῆς νυκτὸς
νὰ λέγω στα μυστήρια "δεχθῆτε με καὶ μένα, ἂν γίνωμαι δεκτός."
Καὶ εἶδα τὴν ἀπέραντη και χαροπὴ γαλήνη, με στέφανα χρυσᾶ
τὸ πρόσωπο τὸ ἄγριο του πόντου νὰ καλλύνῃ, καὶ ὕπνο να φυσά·
καὶ εἶπα πρὸς τὴ θάλασσα — Ησύχαζε κοιμήσου ξεκούραστα, βαργιά·
καὶ μάζεψε τὴν δύναμι και σφύξε την ορμή σου, σαν άγρια θεριά·
Καὶ ξύπνα μὲ τὴ θύελλα καὶ μὲ τὴν τρικυμία, ὅπου σὲ πλημμυροῦν
καὶ πήδησε τὰ ὅρια και σπάσε τὰ σημεῖα ποῦ σὲ στενοχωροῦν.
καὶ βύθισα τὸ μάτι μου μεσ' τ' οὐρανοῦ τὰ βάθη σε κόσμους φωτεινούς
και μέσ' τὸ φῶς τὸ ἄπειρο, ἀκίνητος ἐστάθη καὶ σκοτεινὸς ὁ νοῦς·
Καὶ ἐδα νὰ ὀρθώνεται μεσ' τοῦ κενοῦ τὸ χάσμα
Απαίσιο, ὠχρό.
Αγέλαστο πελώριο τῆς μοναξιᾶς τὸ φάσμα, σἂν θάνατος ψυχρό·
Καὶ θαύμασα τῆς Πλάσεως τὰ τόσα μεγαλεῖα που φρίκη προξενοῦν
καὶ ποῦ κινοῦν τὸν ἄνθρωπο με φόβο καὶ δειλία χωρὶς νὰ συγκινοῦν·
Καὶ ζαλισμένος ἔρχομαι καὶ ἄτολμος σιμά σου καλή μου Παναγιά,
Καὶ μόνο στὴν εἰκόνα σου καὶ τὸ μειδίαμά σου ζητῶ παρηγοριά.
Σε σένα, κόρη ἄδολη, ἐδόθηκεν ἡ χάρη στην κόρη τοῦ Λαοῦ
καὶ συ ἀθώα δέχθηκες τους πόνους καὶ τὰ βάρη τοῦ πάσχοντος θεοῦ.
Καὶ κεῖνο τὸ μειδίαμα του πόνου που σου μένει ἀκόμα ζωηρό,
᾿Εκεῖνο τὴν ἀγάπη μας φλογίζει καὶ θερμαίνει στὸν ἅπαντα καιρό.
Καὶ σῶζε τοὺς λατρεύοντας τη μνήμη σου, Παρθένα αὐτοὺς ποῦ σὲ τιμοῦν
καὶ τοὺς παρόντας σκέπαζε καὶ κείνους που στὰ ξένα μακρὰν ἀποδημοῦν·
καὶ σώζε τα θεμέλια εύσεβε ταύτου οίκου ὅστις σὲ εὐλογεῖ,
τοῦ νῦν πανηγυρίζοντος, ἐπίθετον Βερνίκου γλυκειά Χρυσοπηγή.