5 Φεβρουαρίου 1945.
Απόκριες στου Κομπου.
Ο Γιώργος Σταυριανός έχει μαζί του για πρώτη φορά την εικοσάχρονη μεγάλη του κόρη, την Κυριακούλα. Στο χορό παρευρίσκονται γνωστοί ποιητές αλλά και νεαροί από τη γειτονιά της Γερανοφόρας. Επίσης και ένας Αρτεμωνιάτης νεαρός ναύτης με το φίλο του.
Λευτέρης Άγας:
Το πρόσωπό σου Κυριακό ωσάν τον ήλιο λάμπει.
Απόψε ήντα μυστικό είπες στο Χαραλάμπη;
Για σε θαρρώ μαραίνονται τα ρόδα μες τα κρύα
εάν δεν ειν' αντίκρυ σου το Κω του Κατζαμία.
Κιουραδώ Λουμίδη:
Άκου τι λέω Κυριακό κι ο νους σου μη γυρίζει.
Έχει καΐκι και συχνά θε να σε σεργιανίζει.
Λευτέρης Άγας:
Το ναύτη ας αφήσουμε και πιάσ' τον καπετάνιο.
Που μου 'φαγε την πλάτη μου να δω τι θα τον κάνω.
Την Κυριακουλα τραγουδώ και ας μου απαντήσει
αν είναι άξια αυτή για να καπετανίσει.
Καρλής:
Καλύτερα ένα Σίφνιο και ας τραβά αξίνη.
Γιατί οι ξένοι κόρη μου δεν έχουν μπιστοσύνη.
Λάκης:
Εγώ την ρώτησα εχθες, ήταν η ώρα μία,
και μου 'πε ότι αγαπά το Κω του Καζαμία.
Κιουραδώ Λουμίδη:
Μοιάζει με καπετάνισσα και ασφαλώς θα γίνει.
Κι ο Καζαμίας γρήγορα στα κρύα θε να μείνει.
Γιώργος Κορακής:
Ω φίλη μου τα λόγια σου, κάνε τα λίγο κράτει.
Η Κυριακούλα αγαπά τον Κώστα του Σωκράτη
Κιουραδώ Λουμίδη:
Αν ίσως λάθος έκανα στην πάντα θα τ' αφήσω.
Έπρεπε το Σταυριανό πρώτα ν' αρωτήσω.
Για κάνε το απόφαση, μα θα περνάς ωραία.
Θα σεργιανίζεις τακτικά σ' Αθήνα και Περαία.
Γιώργος Σταυριανός (πατέρας):
Σύμφωνος είμαι Κιουραδώ τώρα που τονε βρήκα.
Φοβούμαι μόνο μη ζητά πολύ μεγάλη προίκα.
Κιουραδώ Λουμίδη:
Άμ' αγαπά ο άνθρωπος προίκα δε λογαριάζει.
Αρκεί ο χαραχτήρας του μονάχα να ταιριάζει.
Ντίνος του Καλάρη:
Καλησπερίζω το χορό, τους ποιητές εν γένει.
Τον ναύτη να παντρέψουμε να δούμε τι θα γένει.
Γ. Τουλής:
Τον βλέπω ξερογλείφεται που της κρατάς το χέρι.
Την Κυριακούλα επιθυμεί διά να κάνει ταίρι.
Ντίνος του Καλάρη:
Κεριά ανάβει ταχτικά και κάνει το σταυρό του.
Παρακαλάει το Θεό να έρθει στο πλευρό του.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Αυτός πονεί το δόντι του, για τη γειτόνισσά μου.
Μα 'γώ θα φράξω το στενό, μ' όλα τα δυνατά μου.
Κουρούλης (ναύτης):
Όσο κι αν φράξεις το στενό, εγώ θα το χαλάσω
και θα το κάνω σιόπατο και πίσω θα περάσω.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Άδικα μην πολεμάς και ούτε να επιμένεις
γιατί από την Κυριακό θα πάρεις τη χαμένη.
Γ. Τουλής:
Πλαστήρα σε παρακαλώ έλα και 'σύ δω χάμω.
Μονάχο μου με άφησες δεν ξέρω τι να κάμω.
Και πάλι σε παρακαλώ για κάνε μου τη χάρη.
Ο Ναύτης όπως φαίνεται την Κούλα θα μας πάρει.
Πλαστήρας:
Πρέπει να βγούμε στο χορό να δω το τι θα γίνει.
Σήκω και πες του το στ' αυτί, με τη χαρά θα μείνει.
Ντίνος του Καλάρη:
Έχουν μεγάλο έρωτα κι οι δυο τους θα νικήσουν
κι ό,τι εμπόδια βρεθούν θα τα υπέρ πηδήσουν.
Πλαστήρας:
Τον ευτο σου κοίταξε και άφησε το Ναύτη
που μου 'πε ο πατέρας σου πως δε σε κάνει ζάφτι.
Γ. Τουλής:
Αντώνη μου για πες του τα γιατί κι αυτός ψαρεύει.
Ελεύθερος προξενητής για λόγου του γυρεύει.
Κουρούλης (ναύτης):
Ντίνο μας κατατρέχουνε όλοι μικροί και γέροι.
Την Κούλα θα την πάρουμε μια μέρα μεσημέρι.
Ν. Γιαμάκης:
Ναύτη μου πρόσεξε καλά θα πάρεις τη χαμένη.
Ώσπου να πάρεις άφεση θα είναι παντρεμένη.
Κ. Καζαμίας:
Βαλ' την κοιλιά σου στο νερό, Ναύτη να μαλακώσει
κι αρώτησε τη μάνα της εάν θα σου τη δώσει.
Γ. Τουλής:
Πλαστήρα σου 'πα πρόφτασε και έλα εδώ χάμω.
Αυτοί όπως μου φαίνεται είν' έτοιμοι για γάμο.
Κουρούλης (ναύτης):
Εγώ να ξέρεται παιδιά δεν παίρνω τη χαμένη.
Και χρόνια να περάσουνε την έχω κερδισμένη.
Γ. Τουλής:
Γιωργή που είσαι, πρόβαλε, να δούμε τι θα κάνεις.
Την Κούλα όπως φαίνεται, απόψε τηνε χάνεις.
Αντ. Γεροντόπουλος:
Όπως μπορεί η γλώσσα μου τώρα θε να μιλήσει
κι ο ναύτης δεν μπορεί ποτέ, τη Κούλα ν' αποκτήσει.
Γ. Τουλής:
Ο Ναύτης είναι τολμηρός, κανένα δε φοβάται
κι όσοι τηνε κοιτάζετε, χυλόπιτα θα φάτε.
Κουρούλης (ναύτης):
Ο Αρτεμώνας την τραβά κι όλοι σας θα δείτε.
Κι όταν τηνε χάσετε εκεί θα τηνε βρείτε.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Μακρύ σκοινί ξαπόλησες, ναύτη και μάζεψέ το.
Δεν θα περάσεις το στενό, το λέω ξέρετέ το.
Κουρούλης (ναύτης):
Μακρύ σκοινί ξαπόλησα, ωσότου να την πιάσω.
Και τώρα που την έπιασα, όλο θα το χαλάσω.
Γ. Τουλής:
Στο τζάμι είν' ο κέρβερος, ναύτη και μη τρομάξεις.
Μονάχα γύρισε να δεις, Αλλάχ θε να φωνάξεις.
Πλαστήρα μου για άκουσε, σε προσκαλώ και πάλι.
Θ' αφήσεις να μας πάρουνε τέτοια ωραία κάλλη;
Ν. Γιαμάκης:
Ναύτη τι ξερογλείφεσαι, τι ξεροκαταπίνεις;
Στην πόρτα είν' η πεθερά, αρώτησε κι εκείνη.
Ντίνος του Καλάρη:
Ό,τι κι αν κάνετε όλοι σας, ο ναύτης θα νικήσει.
Θα τηνε πάρει μια βραδιά, κανεί δε θα ρωτήσει.
Πλαστήρας:
Ναύτη μου φαίνεσαι μικρός, και έχεις τον καιρό σου.
Μα τέτοια φρούτο για να φας, θα το 'δες στ' όνειρό σου.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Άσ' τονε Αντώνη μου να ξεροκαταπίνει,
μα η Αθηνά μου έγνεψε πως δεν του τηνε δίνει.
Κουρούλης (ναύτης):
Την Κούλα πρώτα ρώτησα, και σας ρωτώ κατόπι.
Κι άμα δε θελήσετε, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι.
Πλαστήρας:
Ναύτη σου το ξανά 'παμε, δεν έχετε τη χάρη
Σταυριανές να πάρετε, μαζί με τον Καλάρη.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Δυο ώρες του μιλώ, κι ακόμα επιμένει.
Πρέπει πως θέλει φανερά, να πάρει την χαμένη.
Πλαστήρας:
Φλουρή μου θε να φάγουνε, γιατί εδώ είν' ξένοι.
Να πάνε στη Χερόνησο που είναι μαθημένοι.
Γ. Τουλής:
Άνοιξε η καρδούλα μου, που ήτανε κλεισμένη
Να φύγουν να μην τις θωρώ, τις δυο κολασμένοι.
Ντίνος του Καλάρη:
Έχουμε σκαμπανέβασμα, ναύτη μου στο τιμόνι.
Θα πάρουμε Σταυριανές, τράβα για τ' ΑΡΤΙΜΟΝΙ.
Κουρούλης (ναύτης):
Ντίνο θα φύγουμε απ' εδώ, σαν πάρουμε την Κούλα,
και θα αφήσουμε γι αυτούς, την άδεια τη σακούλα.
Εμένα Ντινο είν' έτοιμα και τώρα στα δικά σου.
Και ποια σ' αρέσει απ' τις δυο, που είν' στα διπλανά σου;
Ν. Γιαμάκης:
Αφού τη θέλεις πάρ' τηνε, κι άμετε στου Διαβρούχα.
Κι αύριο στέλνουμε το Γιω, και σας εφέρνει ρούχα.
Ντίνος του Καλάρη:
Εμείς θα τηνε πάρουμε, και θα 'μπω και κουμπάρος.
Στα κρύα θε να μείνετε, σαν ακουστεί ο σμπάρος.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Ντίνο μου δρόμο ηπήρες, και θα 'ρθει η σειρά σου
για να σου πω σιγά σιγά να κάθεσαι στ' αυγά σου.
Κ. Καζαμίας:
Ντίνο πολύ εκάθισα, θα σηκωθώ επάνω.
Ωραία τέχνη έμαθες, να κάνεις το ρουφιάνο.
[Ο Γιώργης ο Σταυριανός παίρνει τη γυναίκα του, την Αθηνά, και την κόρη του, την Κυριακούλα, και αποχωρούν ενώ η ώρα έχει περάσει.]
Πλαστήρας:
Εγώ παιδιά μου νύσταξα κι υγεία σας αφήνω
Μα να 'τανε στο χέρι μου ρίφι δεν τονε δίνω.
Φλουρή Φρ. Φασόλη (γειτόνισσα):
Εδώ είν' ο πατέρας της, θα μας επεί αν θέλει
να ευχηθούμε και στου νιους να 'χουν καλά τέλη.
Πλαστήρας:
Θαρρείς πως είναι εύκολο, να σπάσει ένας βράχος
και να 'ρθει στην πρωτεύουσα, να ζήσει ένας βλάχος;
Κουρούλης (ναύτης):
Εσείς έχετε το όνομα, μα εμείς έχουμε τη χάρη.
Ο Αρτεμώνας του νησιού, είν' όλο το καμάρι.