Ναυαγοί του Τόσου Νερού

Αποθετήριο Νο247

5 Ιανουαρίου 1935.

Ρίμες Γεωργίου Καλογήρου ή Μπουλή για τους ναυαγούς του Τόσου Νερού.

Βαπτισθέντες ναυαγοί: Γιώργος και Καλλιόπη Καλογήρου, Νικόλαος και Σοφία Φασόλη, Αντώνης Ξύδης, Φίλιππος Καραγιάννης. Ιωάννης Τσακπίνης, Απόστολος Διαρεμές.

Χρονολογία: 1935
Δημοσιεύτηκε από: Επιμελητής No1 Π.Σ.Σ
Δημοσιεύτηκε στις: 27 Μαρ 2025
Τεκμήρια: 0

Ακούσετε να μάθετε

και να βεβαιωθείτε

πως έγινε το βάπτισμα

να πληροφορηθείτε.

 

Η Παναγιά Τόσο Νερό

που όλοι την θαυμάζουν,

του Βαπτιστή οι αδελφοί

πάνε και εορτάζουν.

 

Έγινε η πανήγυρις,

περάσανε ωραία,

κατόπιν συμφωνήσανε

με όλη την παρέα.

 

Να πάρουμε το Βαπτιστή

να πάμε στις Καμάρες

για να γλεντήσομε κι εκεί

τσάμπα χωρίς παράδες.

 

Τότε τραβώ τον ναύτη μου

και τονε διατάζω

"Τράβα στη θάλασσα να πας

στη βάρκα" του φωνάζω.

 

Επήγαμε και μπόσαμε

την βάρκα που 'ταν έξω

και γύρισα και κοίταξα

ποιους ναύτες να διαλέξω.

 

Επήγα πρώτος στα κουπιά

στα χέρια μου να πάρω

και ένα - ένα φώναζα

για να τους εμπαρκάρω.

 

Πάρε Σοφιά τον Βαπτιστή

έξω να μην αφήσεις

και έλα με τον άντρα σου

στην πλώρη να καθίσεις.

 

Του Ξύδη ήλθε η σειρά,

του Φίλιππα κατόπιν

και λέω στη γυναίκα μου

"Πέρασε Καλλιόπη".

 

Ως να γυρίσω την θωρώ

ως το λαιμό χωσμένη,

τότες κι εγώ το όνομα

την έβγαλα Ελένη.

 

Σ' ένα παλτό την τύλιξα

με τα βαπτιστικά της

και γέλασε που άκουσε

Ελένη τ' όνομά της.

 

Και ένα ανάπλι έδειξα

πίσω της μπελαρίνα

την έσφιξα μ' ένα λουρί

τέλεια πια Μπουλίνα.

 

Και η Σοφιά εφώναξε

που ήτανε στη βάρκα

"Εσύ να φταίεις Νικολό

και μου 'βρεξες την βράκα".

 

Μωρέ γυναίκα δεν ακούς

που λένε όπου λάχουν

το πυρ, γυνή και θάλασσα

τρία κακά υπάρχουν.

 

Να μην ακούσω τσιμουδιά,

να μην μαθητευτούνε,

μα τώρα που γλυτώσαμε

όλα θα ξεχαστούνε.

 

Γυναίκα μη μου ξαναπείς

στη θάλασσα να πάω

γιατί να ξέρεις σίγουρα

για σκάρο θα σε φάω.

 

Το όνομά σου να μου πεις

γυναίκα να το μάθω,

άλλη φορά δεν με γελάς,

δεν θα την ξαναπάθω.

 

"Άκου καμένε άντρα μου

να ξέρεις τον καμό μου,

Αγγελική με βγάλανε,

δεν ξέρω τον νονό μου."

 

Και το δικό μου όνομα,

Παρασκευά με λένε,

καλά που με βαφτίσανε

παρά άστε να με κλαίνε.

 

Εκεί γυρίζω και θωρώ

τον Ξύδη τον Αντώνη

να πλέει μες στη θάλασσα

τα μάτια να γουρλώνει.

 

Τον Ξύδη να γλυτώσουμε

που είναι μες στο κύμα

γιατί είναι γέρος άνθρωπος

και θα 'χω εγώ το κρίμα.

 

Σαν είδα και του δώσανε

μια μάτσα και την πιάνει

τότες του λέω λάβε το

το όνομα Χασάνη.

 

Δεν είδα δεν ομολογώ,

άκουσα να το λένε,

ο Ξύδης και ο Φίλιππας

απάνω παν' και κλαίνε.

 

Τρεις μέρες τους εχάνανε,

ρωτούσανε εμένα

αν είχα μέσα στα κελιά

σώβρακα απλωμένα.

 

Κι ο πονηρός ο Φίλιππας

που είναι μ' ένα ποδάρι

πετάχτηκε απ' την κουπαστή

σαν ένα παλληκάρι.

 

Εμπιστοσύνη Φίλιππα

σε 'σενα πια δεν θα 'χω

γιατί πετιέσαι στη στεριά

κι αφήνεις με μονάχο.

 

Κι εσύ θα έχεις όνομα

κακέ Ισκαριώτη

και θα 'σαι από τους δώδεκα

Ιούδα και προδότη.

 

Άχου Τσακπίνη Φίλιππα

με τα φυλλάδιά σας

μου σπάσατε την βάρκα μου

να 'χετε την δουλειά σας.

 

Τσακπίνη εφοβόσουνα

στο δρόμο να μην 'δρώσεις

και ήρθες τις αμαρτίες σου

μαζί μας να πληρώσεις.

 

Τώρα που σε βαπτίσαμε

να μάθεις και το νέο

το όνομά σου να γροικάς

Γιάννη Βαρθολομαίο.

 

Αν δεν ερχόσουνα μαζί

να κοιτάς τη δουλειά σου

δεν ήθελες να γροικάς

τώρα τα βέγεντά σου.

 

Κι ένα Μανώλη είχαμε

μαζί μας Φουτουλάκη

και αυτός σαν να του μύριζε

καμαριανό γλεντάκι.

 

Ήταν και τούτος τυχερός

δεν ήθελε να χάσει

τον Ζάντουλο που του 'βγαλε

το όνομα Αθανάση.

 

Σαν είδαμε τον Βαπτιστή

στην θάλασσα να πλέει

όλοι μαζί εθαυμάζαμε

κουράγιο να μας λέει.

 

Εγώ αυτό που έπαθα

για μάθημά μου θα 'ναι

να κάνω μώλο να πατώ

κι ας πάνε όσα πάνε.

 

Όλα τα βάρη πέσανε

απάνω μου το ξέρω

γιατί εγώ σας ήπηρα

βαρκάδα να σας φέρω.

 

Εγώ αυτά τα πράγματα

άλλη φορά δεν τα 'δα,

βρεγμένοι και να τρέχουμε

απ' τη βαθιά Λαγκάδα.

 

Μα ήθελε ο Βαπτιστής

το θαύμα του να γίνει

να μας εδώσει βάπτισμα

αθάνατο να μείνει.

 

Θρόφια καλά και προκοπή

να δώσει η Παναγία

και ως νονός σας εύχομαι

του χρόνου με υγεία.