Στιχουργός: Βιργινία Λουμίδη
Τα κάλαντα
Απόψε το καλεί η βραδιά,
βγήκα κι εγώ με τα παιδιά
λίγο να διασκεδάσω
να μιλήσω, να γελάσω.
Ακούω να μιλά η γιαγιά,
γυρνά στα χρόνια τα παλιά
και τα λέει σαν παραμύθι,
το κουκί και το ρεβίθι.
Τα τσούνια στήναν στην αυλή,
εκεί διαλέγανε πουλί,
και η κούνια στην πλατεία,
περασμένα μεγαλεία.
Χαλάσαν την πανωστριά,
κάνανε τζάκι στη γωνιά
και ο λύχνος με τη λάμπα
αυτά πήγαμε στην μπάντα.
Λίγα ήταν τότε τα λεφτά,
δουλειά απ’ αυγή έως αργά,
εδουλεύαν οι ανθρώποι,
δεν αμείβονταν οι κόποι.
Μην τα θυμάσαι τα παλιά,
χαίρου τα άφθονα αγαθά,
ο θεός τα ΄χει χαρίσει,
το νησί έχει στολίσει.
Ξένοιαστα χρόνια παιδικά,
χαρούμενα η καρδιά χτυπά,
είναι χρόνια ευλογημένα
κι όχι χρόνια στερημένα.
Παιδάκια, είντα να σας πω
και τι να πρωτοθυμηθώ,
τα βιολιά κάθε βδομάδα
και ποιητικά αράδα.
Λάμπα, λυχνάρι είχαμε φως
στη σάλα και στο μαγειριό,
έφεγγε μες στο σκοτάδι
σαν κεντάγαμε το βράδυ.
Και στο λιοτρίβι πιο παλιά
τον κύλιντρα άνθρωπος τραβά,
το θεό δοξολογούσαν,
το ψωμί όταν βουτούσαν.
Ώχου, σταμάτα πια, γιαγιά,
μας ζάλισες με τα παλιά,
αυτά ήτανε για σένα,
παλιά χρόνια περασμένα.
Ποτέ να μη μας βρει καημός,
δάκρυ και αναστεναγμός,
στην καρδιά θέλω γαλήνη
και παγκόσμια ειρήνη