Στιχουργός: Ιωάννης Σαραντινός
Τα κάλαντα
Ανδρέας ο πρωτόκλητος,
στο σπίτι σας αυτόκλητος,
μια φορά το χρόνο μπαίνει,
με τη χείρα απλωμένη.
Και εύχεται και θαρρετά,
ζητεί δραχμές, ζητεί λεφτά
λέγει: ό,τι θέτε δώστε
και μη μένετε χρεώσται.
Ο Κουτσουκός κι ο Νικολός
διαχειρίζονται καλώς
και με ζήλο και κουράγιο,
ό,τι δώσετε στον Άγιο.
Φιλόχριστοι και αδελφοί,
στρέψατε βλέμμα στην κορφή,
του βουνού εκεί που κείται
ο ναός του και θα δείτε
οικοδομήν περικαλλή,
που είναι του βουνού στολή,
που 'ναι δόξα του Αγίου
κι έπαινος παντός Σιφνίου.
Μικρόν δ' αν κοπιάσετε
κι απάνω εκεί κοπιάσετε,
θα αποζημιωθείτε
με τα όσα θα ιδείτε.
Πρώτον θα δείτε την οδόν,
που είν' αμαξιτή σχεδόν,
που σας φέρει χωρίς κόπον,
στον λαμπρόν εκείνον τόπον.
Και που 'ταν βράχοι και κρημνοί,
υψούται σήμερον μονή,
εκκλησία μετά θόλου,
του Ανδρέα Αποστόλου.
Και με κωδωνοστάσιον
έκλαμπρον και θαυμάσιον
και με τέμπλον εκ μαρμάρου
της Πεντέλης και της Πάρου.
Κελλία δε ευρύχωρα,
που όλα τα περίχωρα,
εκ των παραθύρων βλέπεις
και την όρασίν σου τέρπεις.
Στέρνα με άφθονο νερό,
υπερβαλλόντος δροσερό,
που την δίψαν του πραϋνει,
ο διψών όταν το πίνει.
Και πού ν' απαριθμεί κανείς
τα της τοσαύτης καλλονής,
έργων τόσων και τοιούτων,
αφθονίαν και τον πλούτον.
Και έγιναν όλα αυτά
τα έργα όντως θαυμαστά
διά συνδρομών προθύμων,
ευσεβών και φιλοτίμων.
Κι αν γίνωσιν έτι τινά,
δεύτερον γίνεται Σινά,
το βουνό του Άη Ανδρέα
με τη θέα την ωραία.
Πρωτεύει δε στας συνδρομάς,
η αδιάσπαστος ομάς,
το λαμπρόν μας Σωματείον,
«Σύνδεσμος ο των Σιφνίων».
Λοιπόν, μην είστε φειδωλοί
και ποιος ολίγο, ποιος πολύ
τον ουράνιο Πατέρα
να μας σκέπει νύχτα μέρα.
Εκείνο όπου δίδετε
θα σας ανταποδίδεται,
χιλιάκις μυριάκις,
Κουτσουκός Νικηφοράκης.